γνωστικῶν

γνωστικῶν
γνωστικός
of
fem gen pl
γνωστικός
of
masc/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • γνωστικισμός — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται ένα σύνολο θεωριών και αιρέσεων της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής εποχής (2ος και 3ος αι. μ.Χ.). Οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι των σχολών αυτών ήταν ο Σίμων ο Μάγος, ο Καρποκράτης, ο Βαλεντίνος και ο Βασιλείδης. Οι …   Dictionary of Greek

  • αδαμάντιος — Χριστιανικό λογοτεχνικό κείμενο. Τιτλοφορείται και Διάλογος περί της εις Θεόν ορθής πίστεως.O συγγραφέας του χριστιανικού αυτού κειμένου είναι άγνωστος. Έως τον 16ο αι. πίστευαν ότι το έργο γράφτηκε από τον Ωριγένη, επειδή o πρωταγωνιστής του… …   Dictionary of Greek

  • γνώση — I Η δυνατότητα να αποδίδουμε σε ένα αντικείμενο τα πραγματικά χαρακτηριστικά του. Το αντικείμενο της γ. μπορεί να είναι ένα ιστορικό γεγονός, ένα συμβάν που μπορεί να επαναληφθεί, μια αφηρημένη έννοια, ένα συναίσθημα, μια αξία κλπ. Αυτό που του… …   Dictionary of Greek

  • Βαρέλα, Φρανθίθκο — (Francisco Varela, Χιλή 1946 – Παρίσι 2001). Χιλιανός βιολόγος. Πτυχιούχος του Καθολικού Πανεπιστημίου της Χιλής, το 1970 ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στη βιολογία στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και τον ίδιο χρόνο εξελέγη αναπληρωτής καθηγητής… …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Σύγχρονη) — Η ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ 19ου & ΤΟΥ 20ού αι. Εξετάζοντας την ελληνική εικαστική δημιουργία σήμερα, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής παραδοχές: α) παρουσιάζει έργα με μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • Θωμάς — I Ένας από τους δώδεκα Απόστολους. Ονομαζόταν και Δίδυμος. Καταγόταν πιθανότατα από τη Γαλιλαία, όπως και όλοι οι μαθητές του Ιησού. Στους αποστολικούς καταλόγους των Ευαγγελίων, ο Θ. αποτελεί ζεύγος με τον Ματθαίο, ενώ στις Πράξεις των Αποστόλων …   Dictionary of Greek

  • University of the Aegean — Πανεπιστήμιο Αιγαίου Seal of the University of the Aegean (The Ancient Sphinx) Motto Για την ανάπτυξη νέων γνωστικών αντικειμένων (For the development of knowledge) …   Wikipedia

  • Καϊνίτες — Μέλη θρησκευτικής αίρεσης του 2ου και του 3ου αι. μ.Χ. Τιμούσαν τον Κάιν και όλους όσοι θεωρούνταν ασεβείς στην Παλαιά Διαθήκη καθώς επίσης τον Ιούδα τον Ισκαριώτη της Καινής Διαθήκης. Οι Κ. πίστευαν ότι ο Κάιν ήταν η προσωποποίηση της σοφίας και …   Dictionary of Greek

  • Μανδαίοι — οι ονομασία ομάδας αιρετικών που έδρασαν κατά τους πρώτους μ.Χ. αιώνες στην περιοχή μεταξύ τών ποταμών Τίγρη και Ευφράτη και τών οποίων η διδασκαλία παρουσιάζει σαφείς αναλογίες με τα συστήματα τών Γνωστικών και τού Μανιχαϊσμού και άσκησε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”